Πάνω από τις ενστάσεις παύουν οι φωνές και αρχίζουν τα σύννεφα,
απρόσκλητη ηρεμία ,
ασχεδίαστη ευφροσύνη..
πόσο ακόμα Θεέ θα σκύβω το κεφάλι μου και αντί να θαυμάζω την ηρεμία
του ουρανού , να καταφρονώ τις ενστάσεις ?

Vertigo


Μέσα σε τόση αντάρα , φαντάζει το φως φοβισμένο
έτοιμο να τρυπώσει σε σίγουρο καταφύγιο , σαν τον κλέφτη κυνηγημένο
κι’εμείς να τρέχουμε ξωπίσω να το προφτάσουμε,
κι’εκείνο να μας νομίζει δεσμοφύλακες ,
και να χάνεται..
Άμα η αντάρα καταπέσει και βασιλέψει ο ήλιος
μετρούμε τις απαντοχές μας και όλο χανόμαστε στο μέτρημα,
τόσο που μήτε καταφέρνουμε να ευχαριστηθούμε το φώς που μας χαρίζεται.
Μετρώντας τις απώλειες σε καιρό ειρήνης κλαίμε αντί να γελούμε
κι’ ευθύς αλλάζει το σκηνικό :
 το φώς τρέχει να μας χαριστεί και εμείς το νομίζουμε δεσμοφύλακα και κρυβόμαστε όλο και πιο βαθειά μέσα μας αναζητώντας το σκοτάδι,
κάνοντας έτσι τους θεούς μας να γελάνε με τούτα τα καμώματα.